Ρήξη έξω συνδέσμων ποδοκνημικής
Η ποδοκνημική άρθρωση είναι αυτή που σχηματίζεται μεταξύ κνήμης και αστραγάλου. Η άρθρωση κρατιέται στη θέση της και δέχεται την καταπόνηση που ασκείται με την κίνηση χωρίς να ξεφεύγουν τα οστά που την αποτελούν, χάρις σε ειδικές ινώδεις ταινίες που βρίσκονται στην έσω και στην έξω πλευρά της, τους συνδέσμους ( έσω και έξω).
Σε στραμπούληγμα του ποδιού, δηλ. σε βίαιο στρίψιμο του ποδιού προς τα έσω ή προς τα έξω, μπορεί να πάθουν ζημιά οι έξω και οι έσω σύνδεσμοι αντίστοιχα. Πιο συχνά το πόδι στρίβει προς τα μέσα. Έτσι η κάκωση των έξω συνδέσμων είναι πιο συχνή.
Η κάκωση αυτή, που ονομάζεται διάστρεμμα, μπορεί να είναι ελαφριά ( 1ου βαθμού) έως πολύ βαριά (3ου βαθμού), όπου στην περίπτωση αυτή σημειώνεται και ρήξη των συνδέσμων.
Η αντιμετώπιση της κάκωσης είναι κατά βάση συντηρητική ( με ακινησία και αντιφλεγμονώδη). Σε επανειλημμένα διαστρέμματα ή σε βαριές κακώσεις έχει ένδειξη η χειρουργική θεραπεία, που περιλαμβάνει τον αρθροσκοπικό έλεγχο της άρθρωσης και τη συρραφή των ραγέντων συνδέσμων ( αλλά και την ομαλοποίηση των χόνδρων των δύο οστών ,αν αυτοί έχουν υποστεί βλάβες). Το πόδι ακινητοποιείται με ειδικό νάρθηκα.
Η επέμβαση γίνεται με περιοχική ή γενική αναισθησία.
Ο μετεγχειρητικός πόνος αντιμετωπίζεται με παυσίπονη αγωγή.
Εξιτήριο λαμβάνει ο ασθενής αφού εκπληρώνει τα γενικά κριτήρια χορήγησης εξιτηρίου στην μονάδα.
Επιπλοκές της επέμβασης είναι το μετεγχειρητικό οίδημα ( πρήξιμο) και η φλεγμονή. Επίσης, λόγω ακινητοποίησης του σκέλους αυξάνει ο κίνδυνος εμφάνισης θρομβοφλεβίτιδας.
Τα ράμματα αφαιρούνται σε 8 – 10 ημέρες. Ο ασθενής ξεκουράζει το πόδι του σε ανάρροπη θέση. Ο νάρθηκας αφαιρείται με βάση την συμβουλή του ορθοπεδικού και ακολουθείται στη συνέχεια ένα πρόγραμμα σταδιακής κινητοποίησης και ενίσχυσης της αρθρώσεως ( φυσικοθεραπεία)
Σε στραμπούληγμα του ποδιού, δηλ. σε βίαιο στρίψιμο του ποδιού προς τα έσω ή προς τα έξω, μπορεί να πάθουν ζημιά οι έξω και οι έσω σύνδεσμοι αντίστοιχα. Πιο συχνά το πόδι στρίβει προς τα μέσα. Έτσι η κάκωση των έξω συνδέσμων είναι πιο συχνή.
Η κάκωση αυτή, που ονομάζεται διάστρεμμα, μπορεί να είναι ελαφριά ( 1ου βαθμού) έως πολύ βαριά (3ου βαθμού), όπου στην περίπτωση αυτή σημειώνεται και ρήξη των συνδέσμων.
Η αντιμετώπιση της κάκωσης είναι κατά βάση συντηρητική ( με ακινησία και αντιφλεγμονώδη). Σε επανειλημμένα διαστρέμματα ή σε βαριές κακώσεις έχει ένδειξη η χειρουργική θεραπεία, που περιλαμβάνει τον αρθροσκοπικό έλεγχο της άρθρωσης και τη συρραφή των ραγέντων συνδέσμων ( αλλά και την ομαλοποίηση των χόνδρων των δύο οστών ,αν αυτοί έχουν υποστεί βλάβες). Το πόδι ακινητοποιείται με ειδικό νάρθηκα.
Η επέμβαση γίνεται με περιοχική ή γενική αναισθησία.
Ο μετεγχειρητικός πόνος αντιμετωπίζεται με παυσίπονη αγωγή.
Εξιτήριο λαμβάνει ο ασθενής αφού εκπληρώνει τα γενικά κριτήρια χορήγησης εξιτηρίου στην μονάδα.
Επιπλοκές της επέμβασης είναι το μετεγχειρητικό οίδημα ( πρήξιμο) και η φλεγμονή. Επίσης, λόγω ακινητοποίησης του σκέλους αυξάνει ο κίνδυνος εμφάνισης θρομβοφλεβίτιδας.
Τα ράμματα αφαιρούνται σε 8 – 10 ημέρες. Ο ασθενής ξεκουράζει το πόδι του σε ανάρροπη θέση. Ο νάρθηκας αφαιρείται με βάση την συμβουλή του ορθοπεδικού και ακολουθείται στη συνέχεια ένα πρόγραμμα σταδιακής κινητοποίησης και ενίσχυσης της αρθρώσεως ( φυσικοθεραπεία)