Αφαίρεση υλικού οστεοσύνδεσης
Τα κατάγματα των οστών πολλές φορές χρειάζεται να σταθεροποιηθούν με υλικό που εφαρμόζεται πάνω τους και φέρνει σε επαφή. κρατώντας ακίνητα τα δύο τμήματα στα οποία έχει σπάσει το οστούν (κάτι που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να επουλωθεί ένα κάταγμα).
Τα υλικά αυτά μπορεί να τοποθετηθούν με επέμβαση ( όπου διανοίγονται οι ιστοί που βρίσκονται πριν από το κόκκαλο και αφού τα δύο κομμάτια τοποθετηθούν στη θέση τους, τότε τοποθετείται το υλικό που θα τα κρατήσει ακίνητα). Ένα τέτοιο υλικό, ανάλογα με το είδος και το μέγεθος της βλάβης ( του κατάγματος) μπορεί να είναι ένα μικρό ή μεγάλο «καρφί» ή καρφιά, μία βίδα, ένας συνδυασμός καρφιών και σύρματος γύρω από αυτά, μία πλάκα - λάμα που έχει τρύπες στις οποίες εισάγωνται -βιδώνονται- βίδες, πάνω και κάτω από το κάταγμα, κρατώντας τη πλάκα σταθερά κολλημένη στο κόκκαλο, κ.α.
Όταν ο ορθοπεδικός κρίνει ότι κάποιο υλικό πρέπει να βγει, χωρίς να χρειάζεται ταυτόχρονα να γίνει κάποια πρόσθετη επέμβαση γι ατη διόρθωση κάποιου προβλήματος στην επούλωση του κατάγματος ( π.χ. μίας φλεγμονής) και όταν το υλικό που έχει τοποθετηθεί βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια του σώματος, τότε η αφαίρεση του μπορεί να γίνει σε μονάδα ημερήσιας νοσηλείας και ο ασθενής να εξέλθει αυθημερόν.
Η επέμβαση γίνεται είτε με τοπική ή περιοχική, είτε με γενική αναισθησία.
Ο μετεγχειρητικός πόνος είναι καλά ανεκτός και διαχειρίσιμος με παυσίπονα από του στόματος.
Το εξιτήριο γίνεται με βάση τα σχετικά κριτήρια που ισχύουν σε ΜΗΝ.
Επιπλοκές της επέμβασης είναι η αιμορραγία και η φλεγμονή.
Ο ασθενής προστατεύει την περιοχή που υπήρχε το κάταγμα, ενώ μπορεί να επιστρέψει στη δουλειά εντός μίας εβδομάδας, εκτός αν υπάρχει διαφορετική εκτίμηση από τον θεράποντα ορθοπεδικό.
Τα ράμματα αφαιρούνται μετά 8 – 10 ημέρες.
Αν ο ασθενής αντιληφθεί συμπτώματα μόλυνσης ή έχει προβλήματα από τα άκρα ( πρήξιμο και πόνο) τότε θα πρέπει να επικοινωνήσει με τον θεράποντα ορθοπεδικό του.
Τα υλικά αυτά μπορεί να τοποθετηθούν με επέμβαση ( όπου διανοίγονται οι ιστοί που βρίσκονται πριν από το κόκκαλο και αφού τα δύο κομμάτια τοποθετηθούν στη θέση τους, τότε τοποθετείται το υλικό που θα τα κρατήσει ακίνητα). Ένα τέτοιο υλικό, ανάλογα με το είδος και το μέγεθος της βλάβης ( του κατάγματος) μπορεί να είναι ένα μικρό ή μεγάλο «καρφί» ή καρφιά, μία βίδα, ένας συνδυασμός καρφιών και σύρματος γύρω από αυτά, μία πλάκα - λάμα που έχει τρύπες στις οποίες εισάγωνται -βιδώνονται- βίδες, πάνω και κάτω από το κάταγμα, κρατώντας τη πλάκα σταθερά κολλημένη στο κόκκαλο, κ.α.
Όταν ο ορθοπεδικός κρίνει ότι κάποιο υλικό πρέπει να βγει, χωρίς να χρειάζεται ταυτόχρονα να γίνει κάποια πρόσθετη επέμβαση γι ατη διόρθωση κάποιου προβλήματος στην επούλωση του κατάγματος ( π.χ. μίας φλεγμονής) και όταν το υλικό που έχει τοποθετηθεί βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια του σώματος, τότε η αφαίρεση του μπορεί να γίνει σε μονάδα ημερήσιας νοσηλείας και ο ασθενής να εξέλθει αυθημερόν.
Η επέμβαση γίνεται είτε με τοπική ή περιοχική, είτε με γενική αναισθησία.
Ο μετεγχειρητικός πόνος είναι καλά ανεκτός και διαχειρίσιμος με παυσίπονα από του στόματος.
Το εξιτήριο γίνεται με βάση τα σχετικά κριτήρια που ισχύουν σε ΜΗΝ.
Επιπλοκές της επέμβασης είναι η αιμορραγία και η φλεγμονή.
Ο ασθενής προστατεύει την περιοχή που υπήρχε το κάταγμα, ενώ μπορεί να επιστρέψει στη δουλειά εντός μίας εβδομάδας, εκτός αν υπάρχει διαφορετική εκτίμηση από τον θεράποντα ορθοπεδικό.
Τα ράμματα αφαιρούνται μετά 8 – 10 ημέρες.
Αν ο ασθενής αντιληφθεί συμπτώματα μόλυνσης ή έχει προβλήματα από τα άκρα ( πρήξιμο και πόνο) τότε θα πρέπει να επικοινωνήσει με τον θεράποντα ορθοπεδικό του.