Βλαισός μεγάλος δάκτυλος
Το μεγάλο δάκτυλο του ποδιού, ιδίως σε γυναίκες, πολλές φορές χάνει σταδιακά την ευθεία πορεία του προς τα εμπρός και «στρίβει» προς την μεριά των άλλων δακτύλων, φτάνοντας πολλές φορές να «καβαλά» το διπλανό, δεύτερο, δάκτυλο του ποδιού. Ταυτόχρονα η βάση του χοντραίνει και δημιουργείται το γνωστό κότσι. ( Βλαισός δάκτυλος = στραβό δάκτυλο)
Για την κατάσταση αυτή ευθύνονται κυρίως τα παπούτσια με το στενό μπροστινό άκρο, κάτι συνηθισμένο στην γυναικεία αμφίεση.
Η κατάσταση εκτός της αισθητικής μειονεξία της, προκαλεί πόνο και δυσκολεύει την ασθενή στην καθημερινή ζωή της.
Η κατάσταση μπορεί να ελεγχθεί με χειρουργική διόρθωση του προβλήματος, που από την μια κόβει το υπερβάλλον κόκκαλο ( το κότσι) και από την άλλη ισιώνει την άρθρωση μεταξύ δακτύλου και μεταρσίων, προβαίνοντας στις ανάλογες παρεμβολές στα δύο κόκκαλα και στους συνδέσμους που συγκρατούν την άρθρωση.
Η άρθρωση ακινητοποιείται, έτσι που τα κόκκαλα να προσαρμοστούν και να σταθεροποιηθούν στην νέα, πιο φυσιολογική θέση τους.
Η επέμβαση γίνεται είτε με περιοχική είτε με γενική αναισθησία.
Ο μετεγχειρητικός πόνος αντιμετωπίζεται με παυσίπονη αγωγή και ακινησία του σκέλους.
Επιπλοκές άμεση είναι η αιμορραγία, αργότερα η φλεγμονή και πιο μετά η αποτυχία να υπάρξει ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα.
Η έξοδος από την μονάδα ακολουθεί τα καθιερωμένα κριτήρια.
Στο σπίτι ο ασθενής πρέπει να κρατήσει ακίνητο το πόδι και να ξεκουράσει το σκέλος σε ανάρροπη θέση. Η επιβάρυνση του ποδός γίνεται σύμφωνα με τις οδηγίες του ορθοπεδικού, ο οποίος ειδοποιείται αν παρουσιαστούν σημάδια φλεγμονής ή υπάρξουν προβλήματα στο κάτω άκρο που να εμβάζουν σε υποψία για παρουσία θρομβοφλεβίτδας.
Τα ράμματα αφαιρούνται μετά 10 ημέρες. Αν η άρθρωση έχει σταθεροποιηθεί, όπως συμβαίνει, με καρφί, αυτό απομακρύνεται μετά από τον ακτινολογικό έλεγχο, 4 εβδομάδες μετά την επέμβαση.
Η αναρρωτική άδεια ενός μηνός και η προσοχή της μη επιβάρυνσης του ποδιού για λίγο καιρό επιπλέον είναι η συνηθισμένη πρακτική.
Ο μετεγχειρητικός πόνος είναι καλά ανεκτός και διαχειρίσιμος με παυσίπονα από του στόματος.
Το εξιτήριο γίνεται με βάση τα σχετικά κριτήρια που ισχύουν σε ΜΗΝ.
Επιπλοκές της επέμβασης είναι η αιμορραγία και η φλεγμονή.
Ο ασθενής προστατεύει την περιοχή που υπήρχε το κάταγμα, ενώ μπορεί να επιστρέψει στη δουλειά εντός μίας εβδομάδας, εκτός αν υπάρχει διαφορετική εκτίμηση από τον θεράποντα ορθοπεδικό.
Τα ράμματα αφαιρούνται μετά 8 – 10 ημέρες.
Αν ο ασθενής αντιληφθεί συμπτώματα μόλυνσης ή έχει προβλήματα από τα άκρα ( πρήξιμο και πόνο) τότε θα πρέπει να επικοινωνήσει με τον θεράποντα ορθοπεδικό του.
Για την κατάσταση αυτή ευθύνονται κυρίως τα παπούτσια με το στενό μπροστινό άκρο, κάτι συνηθισμένο στην γυναικεία αμφίεση.
Η κατάσταση εκτός της αισθητικής μειονεξία της, προκαλεί πόνο και δυσκολεύει την ασθενή στην καθημερινή ζωή της.
Η κατάσταση μπορεί να ελεγχθεί με χειρουργική διόρθωση του προβλήματος, που από την μια κόβει το υπερβάλλον κόκκαλο ( το κότσι) και από την άλλη ισιώνει την άρθρωση μεταξύ δακτύλου και μεταρσίων, προβαίνοντας στις ανάλογες παρεμβολές στα δύο κόκκαλα και στους συνδέσμους που συγκρατούν την άρθρωση.
Η άρθρωση ακινητοποιείται, έτσι που τα κόκκαλα να προσαρμοστούν και να σταθεροποιηθούν στην νέα, πιο φυσιολογική θέση τους.
Η επέμβαση γίνεται είτε με περιοχική είτε με γενική αναισθησία.
Ο μετεγχειρητικός πόνος αντιμετωπίζεται με παυσίπονη αγωγή και ακινησία του σκέλους.
Επιπλοκές άμεση είναι η αιμορραγία, αργότερα η φλεγμονή και πιο μετά η αποτυχία να υπάρξει ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα.
Η έξοδος από την μονάδα ακολουθεί τα καθιερωμένα κριτήρια.
Στο σπίτι ο ασθενής πρέπει να κρατήσει ακίνητο το πόδι και να ξεκουράσει το σκέλος σε ανάρροπη θέση. Η επιβάρυνση του ποδός γίνεται σύμφωνα με τις οδηγίες του ορθοπεδικού, ο οποίος ειδοποιείται αν παρουσιαστούν σημάδια φλεγμονής ή υπάρξουν προβλήματα στο κάτω άκρο που να εμβάζουν σε υποψία για παρουσία θρομβοφλεβίτδας.
Τα ράμματα αφαιρούνται μετά 10 ημέρες. Αν η άρθρωση έχει σταθεροποιηθεί, όπως συμβαίνει, με καρφί, αυτό απομακρύνεται μετά από τον ακτινολογικό έλεγχο, 4 εβδομάδες μετά την επέμβαση.
Η αναρρωτική άδεια ενός μηνός και η προσοχή της μη επιβάρυνσης του ποδιού για λίγο καιρό επιπλέον είναι η συνηθισμένη πρακτική.
Ο μετεγχειρητικός πόνος είναι καλά ανεκτός και διαχειρίσιμος με παυσίπονα από του στόματος.
Το εξιτήριο γίνεται με βάση τα σχετικά κριτήρια που ισχύουν σε ΜΗΝ.
Επιπλοκές της επέμβασης είναι η αιμορραγία και η φλεγμονή.
Ο ασθενής προστατεύει την περιοχή που υπήρχε το κάταγμα, ενώ μπορεί να επιστρέψει στη δουλειά εντός μίας εβδομάδας, εκτός αν υπάρχει διαφορετική εκτίμηση από τον θεράποντα ορθοπεδικό.
Τα ράμματα αφαιρούνται μετά 8 – 10 ημέρες.
Αν ο ασθενής αντιληφθεί συμπτώματα μόλυνσης ή έχει προβλήματα από τα άκρα ( πρήξιμο και πόνο) τότε θα πρέπει να επικοινωνήσει με τον θεράποντα ορθοπεδικό του.